Αναγνώστες

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2016

Από το βιβλίο του Robert Paxton, Η ανατομία του φασισμού, μετάφραση: Κατερίνα Χαλμούκου, Κέδρος, Αθήνα, 2006, σελίδες 124 – 129αναδημοσίευση απο το prismaprisma.net

pdf: Η ανατομία του φασισμού σελίδες 124-129



Από το βιβλίο του Robert Paxton, Η ανατομία του φασισμού, μετάφραση: Κατερίνα Χαλμούκου, Κέδρος, Αθήνα, 2006, σελίδες 124 – 129
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο 4
Η κατάληψη της εξουσίας
Ο Μουσολίνι και η «Πορεία προς τη Ρώμη»

O μύθος ότι οι φασίστες του Μουσολίνι κατέκτησαν την εξουσία μόνο με τα ηρωικά τους κατορθώματα αποτελεί προπαγάνδα — προφανώς ένα από τα πιο πετυχημένα τους θέματα, αφού πολλοί εξακολουθούν να το πιστεύουν. Εφόσον η «Πορεία προς τη Ρώμη» κρύβει πίσω της την ευρέως διαδεδομένη παρανόηση ότι η άνοδος των φασιστών στην εξουσία έγινε με βίαιο τρόπο, πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά το γεγονός αυτό, απογυμνώνοντας το από τη μυθολογία που το περιβάλλει.
Κατά τη διάρκεια του 1922 οι squadristi, λεηλατώντας και καίγοντας τα γραφεία των σοσιαλιστικών οργανώσεων, γραφεία εφημερίδων, γραφεία συνδικάτων και σπίτια των σοσιαλιστών ηγετών, έφτασαν να καταλάβουν βίαια ολόκληρες πόλεις, κι όλα αυτά χωρίς να συναντήσουν σοβαρή αντίσταση από τις τοπικές αρχές. Στις 3 Μαρτίου ανακατέλαβαν το Φιούμε που βρισκόταν κάτω από διεθνή διακυβέρνηση και το Μάιο εισέβαλαν στη Φεράρα και στην Μπολόνια, εκδιώκοντας τις σοσιαλιστικές δημοτικές αρχές των πόλεων και επιβάλλοντας το δικό τους πρόγραμμα δημοσίων έργων.
Στις 12 Ιουλίου κατέλαβαν την Κρεμόνα, έκαψαν τα γραφεία των σοσιαλιστικών και των καθολικών συνδικάτων και ρήμαξαν το σπίτι του Γκουίντο Μιλιόλι, ενός αριστερού καθολικού ηγέτη που είχε οργανώσει τους εργάτες των γαλακτοπαραγωγικών μονάδων της περιοχής. Μια «γλώσσα φωτιάς» έφτασε μέσω της Ρομάνια και στη Ραβένα στις 26 Ιουλίου. Το Τρέντο και το Μπολτζάνο, με τις μεγάλες γερμανόφωνες μειονότητες τους, «είχαν ιταλοποιηθεί» στις αρχές του Οκτωβρίου. Οι μελανοχίτωνες είχαν τέτοια ορμή, ώστε πιθανότατα επόμενη στη σειρά θα ήταν η πρωτεύουσα Ρώμη.
Στο ετήσιο φασιστικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στις 24 Οκτωβρίου στη Νάπολη, η πρώτη τους στάση κατά την προέλαση τους στο Νότο, ο Μουσολίνι ήταν έτοιμος να δει πόσο μακριά θα τον πήγαινε το κύμα. Διέταξε τους μελανοχίτωνες να καταλάβουν δημόσια κτίρια, να επιτάξουν τρένα και να κατευθυνθούν σε τρία σημεία, περικυκλώνοντας την πόλη. Την «Πορεία» οδηγούσαν τέσσερα στελέχη που αντιπροσώπευαν τις διάφορες τάσεις του φασισμού: ο Ιταλό Μπάλμπο, βετεράνος και αρχηγός των squadristi στη Φεράρα· ο στρατηγός Εμίλιο Ντε Μπόνο· ο Μικέλε Μπιάνκι, πρώην συνδικαλιστής και από τους ιδρυτές της Μαχητικής Ομάδας του Μιλάνου το 1915· και ο Τσέζαρε Μαρία ντε Βέκι, ο φιλομοναρχικός αρχηγός του φασισμού στο Πιεμόντε. Ο ίδιος ο Μουσολίνι πήρε τη συνετή απόφαση να περιμένει στα γραφεία της εφημερίδας του στο Μιλάνο, πολύ κοντά σ’ ένα πιθανό ελβετικό καταφύγιο για την περίπτωση που κάτι πήγαινε στραβά. Στις 27 Οκτωβρίου οι squadristi κατέλαβαν ταχυδρομεία και σιδηροδρομικούς σταθμούς σε πολλές πόλεις της Βόρειας Ιταλίας χωρίς να συναντήσουν καμία αντίσταση.
Η ιταλική κυβέρνηση δεν ήταν καλά προετοιμασμένη για ν’ αντιμετωπίσει αυτή την πρόκληση. Ουσιαστικά, μετά το Φεβρουάριο του 1922 δεν είχε υπάρξει καμία αποτελεσματική κυβέρνηση στην Ιταλία.
Στο προηγούμενο κεφάλαιο επισημάναμε ότι τα μεταπολεμικά όνειρα για βαθιά αλλαγή έφεραν μια μεγάλη πλειοψηφία της Αριστεράς στη βουλή στις πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν μετά τον πόλεμο, στις 16 Νοεμβρίου του 1919. Αυτή όμως η αριστερή πλειοψηφία, που μοιραία χωρίστηκε σε δύο ασυμφιλίωτα μεταξύ τους τμήματα, δεν μπορούσε να κυβερνήσει. Το μαρξιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας (PSI) κατείχε περίπου το ένα τρίτο των εδρών. Πολλοί Ιταλοί σοσιαλιστές — οι «μαξιμαλιστές» – είχαν υπνωτιστεί από την επιτυχία των μπολσεβίκων στη Ρωσία και ένιωθαν ότι μια απλή μεταρρύθμιση αποτελούσε προδοσία εκείνη τη στιγμή των μεγάλων ευκαιριών. Το άλλο τρίτο της ιταλικής βουλής κατείχε ένα νέο καθολικό κόμμα, πρόγονος της ισχυρής Χριστιανικής Δημοκρατίας της περιόδου μετά το 1945, το Λαϊκό Ιταλικό Κόμμα- ορισμένα μέλη του επιθυμούσαν μια ριζική κοινωνική μεταρρύθμιση σε καθολικό πλαίσιο. Οι καθολικοί, ακόμα κι εκείνοι που υποστήριζαν
τις βαθιές αλλαγές στους όρους ιδιοκτησίας της γης και στις σχέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, διαφωνούσαν ριζικά με τους άθεους μαρξιστές σχετικά με το θέμα της θρησκείας στα σχολεία. Άρα, ήταν αδύνατη η οποιαδήποτε συνεργασία ανάμεσα στα δυο τμήματα μιας κατά τα άλλα προοδευτικής πλειοψηφίας. Καθώς δεν υπήρχαν άλλες αποτελεσματικές λύσεις, δημιουργήθηκε ένας συνασπισμός φιλελεύθερων (με την έννοια που είχε η λέξη εκείνη την περίοδο) και συντηρητικών, ο οποίος μετά το 1919 προσπαθούσε να κυβερνήσει χωρίς να έχει σταθερή πλειοψηφία.
H λύση που υιοθέτησε ο πρωθυπουργός Τζολίτι ήταν να συμπεριλάβει τους φασίστες στο ψηφοδέλτιο του (το «Εθνικό Μπλοκ») για τις εκλογές του Μαΐου το 1921. Ήταν το πρώτο από μια σειρά κρίσιμων βημάτων με τα οποία το ιταλικό καθεστώς προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το φασιστικό δυναμικό και τα ποσοστά για τη δική του επιβίωση. Κάτω από κανονικές συνθήκες, ενδεχομένως οι πειρασμοί της εξουσίας να είχαν «μεταμορφώσει» τους φασίστες, όπως είχαν πτοήσει και διασπάσει τους Ιταλούς σοσιαλιστές πριν από το 1914, μόνο που η Ιταλία το 1921 δε ζούσε κάτω από κανονικές συνθήκες.
Όταν η κυβέρνηση του καλοπροαίρετου αλλά καταπτοημένου Ιβανόε Μπονόμι, συνεργάτη της Κεντροαριστεράς του Τζολίτι, δεν πήρε ψήφο εμπιστοσύνης το Φεβρουάριο του 1922, χρειάστηκαν τρεις εβδομάδες μέχρι να βρουν αντικαταστάτη. Τελικά, την πρωθυπουργία ανέλαβε απρόθυμα ένα ακόμα στέλεχος του Τζολίτι: ο Λουίτζι Φάκτα. Η κυβέρνηση του έχασε την πλειοψηφία στις 19 Ιουλίου. Όταν παρουσιαζόταν ανάγκη, ο Φάκτα λειτουργούσε απλώς ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός.
Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός άρχισε να λαμβάνει δυναμικά αντίμετρα. Με την έγκριση του βασιλιά ο Φάκτα είχε ήδη ενισχύσει τη φρουρά της Ρώμης με πέντε τάγματα πειθαρχημένων αλπίνων. Στη συνέχεια διέταξε τους αξιωματικούς της αστυνομίας και τους υπεύθυνους των σιδηροδρόμων να σταματήσουν τα φασιστικά τρένα σε πέντε σημεία ελέγχου και άρχισε να προετοιμάζεται για την επιβολή στρατιωτικού νόμου.
Στο μεταξύ ο Μουσολίνι άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο πολιτικής συναλλαγής. Πολλοί παλαίμαχοι πολιτικοί προσπαθούσαν να εκτονώσουν την κρίση «μετατρέποντας» τον Μουσολίνι σε έναν απλό υπουργό μιας ακόμα φιλελευθερο-συντηρητικής κυβέρνησης συνασπισμού. Ο γηραιός διαμεσολαβητής Τζολίτι θεωρούνταν ευρέως ως ο πιο πιθανός σωτήρας (είχε εκδιώξει βιαίως τον ντ’ Ανούντσιο το 1920 και είχε συμπεριλάβει τον Μουσολίνι στην εκλογική του λίστα του 1921), όμως δε βιαζόταν να αναλάβει εκ νέου καθήκοντα, ενώ ο Μουσολίνι παρέμεινε επιφυλακτικός στις συναντήσεις με τους αντιπροσώπους του. Ακόμα πιο δεξιά, ο εθνικιστής πρώην πρωθυπουργός Αντόνιο Σαλάντρα πρόσφερε κυβερνητικές έδρες στο κόμμα του Μουσολίνι. Όταν οι squadristi άρχισαν πλέον να κινητοποιούνται, οι διαπραγματεύσεις είχαν διακοπεί λόγω αμοιβαίων ανταγωνισμών, της άρνησης των περισσότερων σοσιαλιστών να στηρίξουν μια «αστική» κυβέρνηση, της αναποφασιστικότητας σχετικά με τη συμμετοχή ή όχι του Μουσολίνι και των σκόπιμων ενδοιασμών του Μουσολίνι.
Και οι σοσιαλιστές συνέβαλαν στην επιτακτικότητα της κατάστασης. Αν και σχεδόν οι μισοί σοσιαλιστές βουλευτές, με αρχηγό τον Φιλίπο Τουράτι συμφώνησαν τελικά στις 28 Ιουλίου να στηρίξουν μια κεντρώα κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή του Μουσολίνι, αν ήταν εφικτό, οι άλλοι μισοί τους απέπεμψαν από το κόμμα με την κατηγορία της προδοτικής ταξικής συνεργασίας. Εκείνο στο οποίο κατάφερε να συμφωνήσει η Αριστερά ήταν η γενική απεργία στις 31 Ιουλίου. Παρ’ όλο που είχε αναγγελθεί ως «απεργία για νομιμότητα», με σκοπό να συνδράμει τη συνταγματική εξουσία, είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί η εικόνα του Μουσολίνι ως προπυργίου ενάντια στην επανάσταση. Η ραγδαία αποτυχία της απεργίας αποκάλυψε επίσης την αδυναμία της Αριστεράς.
Τα έκτακτα μέτρα του πρωθυπουργού Φάκτα σχεδόν κατάφεραν να ανακόψουν τη φασιστική πορεία του Οκτωβρίου. Τετρακόσιοι αστυνομικοί σταμάτησαν τρένα που μετέφεραν είκοσι χιλιάδες μελανοχίτωνες σε τρία σημεία ελέγχου — Τσιβιταβέκια, Όρτε και Αβετσάνο. Περίπου εννέα χιλιάδες μελανοχίτωνες ξέφυγαν από τα σημεία ελέγχου ή συνέχισαν πεζοί, σχηματίζοντας ένα ετερόκλητο πλήθος στις πύλες της Ρώμης το πρωί της 28 Οκτωβρίου, σχεδόν άοπλοι, φορώντας αυτοσχέδιες στολές, πεινασμένοι και διψασμένοι, περιπλανώμενοι κάτω από μια εκνευριστική βροχή. «Στην αρχαία και στη σύγχρονη ιστορία δεν υπήρξε άλλη απόπειρα κατά της Ρώμης που να απέτυχε τόσο αξιοθρήνητα πριν καλά καλά ξεκινήσει.»
Την τελευταία στιγμή ο βασιλιάς Βιτόριο Εμμανουέλε Γ’ υπαναχώρησε. Αποφάσισε να μην υπογράψει το διάταγμα επιβολής του στρατιωτικού νόμου του πρωθυπουργού Φάκτα. Αρνήθηκε να αντιμετωπίσει την ενδεχόμενη απειλή του Μουσολίνι και να χρησιμοποιήσει τις ήδη διαθέσιμες δυνάμεις για να εκδιώξει τους μελανοχίτωνες από τη Ρώμη. Απέρριψε τις προσπάθειες της τελευταίας στιγμής που έκανε ο Σαλάντρα για να δημιουργήσει μια συντηρητική κυβέρνηση χωρίς τον Μουσολίνι, ο οποίος είχε ήδη αρνηθεί την πρόταση του Σαλάντρα για κυβέρνηση συνασπισμού. Αντίθετα, πρόσφερε κατευθείαν την πρωθυπουργία στον νεαρό τυχοδιώκτη αρχηγό των φασιστικών.
Ο Μουσολίνι έφτασε στη Ρώμη από το Μιλάνο το πρωί της 30ής Οκτωβρίου, όχι επικεφαλής των μελανοχιτώνων αλλά με μια κλινάμαξα. Εμφανίστηκε ενώπιον του βασιλιά ντυμένος παράταιρα, με φράκο και μαύρο πουκάμισο, μια ενδυματολογική απεικόνιση της αμφιλεγόμενης κατάστασης του: εν μέρει νόμιμος διεκδικητής της εξουσίας και εν μέρει αρχηγός μιας στασιαστικής συμμορίας. «Μεγαλειότατε, συγχωρήστε την αμφίεση μου», λέγεται ότι είπε στον βασιλιά, «έρχομαι από το πεδίο της μάχης.»
Για ποιο λόγο ο βασιλιάς έσωσε τον Μουσολίνι από τη βιαστική του επιλογή που οφειλόταν στην υπερεκτίμηση των δυνάμεων του; Ο Μουσολίνι είχε θέσει έξυπνα στο βασιλιά μια δύσκολη επιλογή: η κυβέρνηση θα χρησιμοποιούσε βία για να διαλύσει τους χιλιάδες μελανοχίτωνες που πλησίαζαν στη Ρώμη, με μεγάλο κίνδυνο αιματοχυσίας και οδυνηρής εσωτερικής ρήξης, ή ο βασιλιάς θα αναγκαζόταν να δεχτεί τον Μουσολίνι ως επικεφαλής της κυβέρνησης.
Η πιο πιθανή εξήγηση για το γεγονός ότι ο βασιλιάς προτίμησε τη δεύτερη λύση είναι μια ανεπίσημη προειδοποίηση (δεν υπάρχει πλέον κανένα ίχνος της στα αρχεία) από το στρατάρχη Αρμάντο Ντίαζ ή από κάποιον άλλο ανώτερο αξιωματικό του στρατού ότι πιθανόν τα στρατεύματα θα πήγαιναν με το μέρος των μελανοχιτώνων, αν λάμβαναν διαταγή να τους σταματήσουν. Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία, ο βασιλιάς φοβήθηκε πως, αν επιχειρούσε να χρησιμοποιήσει βία ενάντια στον Μουσολίνι, τότε ο ξάδερφος του, ο δούκας της Αόστα, που λέγεται ότι ήταν φιλικά διακείμενος προς τους φασίστες, ίσως πήγαινε με το μέρος τους διεκδικώντας παράλληλα το θρόνο. Το πιθανότερο είναι πως ποτέ δε θα μάθουμε με βεβαιότητα τι ακριβώς συνέβη. Εκείνο που φαίνεται σίγουρο είναι ότι ο Μουσολίνι είχε μαντέψει σωστά πως ο βασιλιάς και ο στρατός δε θα επέλεγαν τη χρήση βίας εναντίον των μελανοχιτώνων. Αυτό που έκρινε την τελική έκβαση δεν ήταν η δύναμη του φασισμού αλλά η απροθυμία των συντηρητικών να αναλάβουν το ρίσκο και να αντιπαρατάξουν τις δικές τους δυνάμεις. Η «Πορεία προς τη Ρώμη» αποτέλεσε μια γιγαντιαία μπλόφα που έπιασε τότε και εξακολουθεί ακόμα, συμφωνά με την άποψη που έχει ο κόσμος σχετικά με την «κατάληψη της εξουσίας» από τον Μουσολίνι.
Στις 31 Οκτωβρίου, με τον Μουσολίνι να έχει μόλις αναλάβει καθήκοντα, περίπου δέκα χιλιάδες μελανοχίτωνες, στους οποίους δόθηκαν τελικά στεγνά ρούχα και φαγητό, πήραν την άδεια ως αποζημίωση να παρελάσουν στους δρόμους της Ρώμης, όπου προκάλεσαν αιματηρά επεισόδια. Το ίδιο βράδυ ο νέος πρωθυπουργός έσπευσε να απομακρύνει τα ενοχλητικά αποσπάσματα του από την πόλη, επιβιβάζοντας τα σε πενήντα ειδικά τρένα.
Αργότερα ο Μουσολίνι δούλεψε σκληρά για να εδραιώσει το μύθο ότι οι μελανοχίτωνες είχαν καταλάβει την εξουσία με τη θέληση και τη δύναμη τους. Η πρώτη επέτειος της υποτιθέμενης άφιξης τους στη Ρώμη γιορτάστηκε το 1923 με τέσσερις ημέρες θεαματικών εκδηλώσεων, ενώ η 28η Οκτωβρίου θεσμοθετήθηκε ως εθνική γιορτή. Έγινε επίσης η πρώτη μέρα του Φασιστικού Νέου Έτους όταν άρχισε να ισχύει το νέο ημερολόγιο, το 1927. Στη δέκατη επέτειο, τον Οκτώβριο του 1932, πραγματοποιήθηκε μια εθνική έκθεση της Φασιστικής Επανάστασης, που είχε ως κεντρικό της θέμα τα ηρωικά κατορθώματα των «μαρτύρων» της πορείας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΠΗΓΑΔΑΚΙΑ

ΠΗΓΑΔΑΚΙΑ  Οι νέοι ίσως δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι αυτά που λέμε τώρα Άυλα στο facebook στη δεκαετία του 70 τα λέγαμε εν σώματι στα πηγ...