Αναγνώστες

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Η πανουργία του Λόγου, ή, περί περιβλήματος, καρπού και εξόχως διασκεδαστικής ιστορίας του καπιταλισμού πηγη:Radical Desire. αναδημοσιευση

Η πανουργία του Λόγου, ή, περί περιβλήματος, καρπού και εξόχως διασκεδαστικής ιστορίας του καπιταλισμού

Το ιδιαίτερο συμφέρον του πάθους είναι συνεπώς αδιαχώριστο από την ενεργή ανάπτυξη μιας γενικής αρχής: διότι είναι από το ειδικό και καθορισμένο και από την άρνησή του που προέρχεται το Οικουμενικό. Το επιμέρους μάχεται με αυτό που είναι όμοιό του, και υπάρχουν απώλειες στη διαμάχη. Δεν είναι όμως η γενική ιδέα που εμπλέκεται στην αντίθεση και την πάλη και που εκτίθεται σε κίνδυνο. Αυτή παραμένει στο παρασκήνιο, ανέγιχτη και ανέπαφη. Τούτο μπορεί να αποκληθεί η πανουργία του Λόγου --το ότι βάζει τα πάθη να δουλεύουν για αυτόν, ενώ αυτό που αναπτύσσει την ύπαρξή του μέσα από τέτοιο αυθορμητισμό πληρώνει το τίμημα και υποφέρει από απώλειες. Γιατί είναι η φαινομενική ύπαρξη που έχει αυτή την τύχη, και απ' αυτή, ένα μέρος δεν έχει αξία, και ένα άλλο είναι θετικό και αληθές. Το επιμέρους είναι κυρίως υπερβολικά ασήμαντη αξία όταν συγκρίνεται με το γενικό: τα άτομα θυσιάζονται και εγκαταλείπονται. Η Ιδέα πληρώνει το τίμημα της καθορισμένης ύπαρξης και της φθαρτότητας όχι με τον εαυτό της, αλλά με τα πάθη των ατόμων.
G.W.F. Hegel, Διαλέξεις για την φιλοσοφία της Ιστορίας, 36


Το 1905, ο γερμανός κοινωνιολόγος Max Weber είχε μια καλή ιδέα. Την ονόμασε, μετά από ένα διάστημα, Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού. Η ιδέα αυτή βέβαια δεν ήταν πρωτότυπη. Αποτελούσε, στην ουσία, μια πρακτική μετάφραση των Διαλέξεων για την φιλοσοφία της Ιστορίας, διαλέξεων που ο επιφανής συμπατριώτης του, ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel, είχε δώσει στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου τρία περίπου τέταρτα του αιώνα πριν, στα 1822, 1828 και 1830. Ο Hegel είχε δώσει την φιλοσοφία της ιστορίας την μορφή Θεοδικίας, αναζητώντας να συμφιλιώσει φιλοσοφικά την ιδέα του άφθαρτου Λόγου με την εμπειρική πραγματικότητα του ιστορικού πάσχειν. Η "πανουργία του Λόγου" ήταν το όνομα αυτής της συμφιλίωσης. Η ιδέα ήταν κατά βάση θεολογική· ο Λόγος, επιζητώντας, όπως και ο Θεός, την αυτοπραγμάτωσή του στον κόσμο μέσω της ενσάρκωσης στο επιμέρους και το ιδιαίτερο, χρησιμοποιεί τα πάθη και τις φιλοδοξίες πεπερασμένων οντοτήτων (ατόμων). Και όπως ο Θεός, που ενσαρκώνεται στο άθλιο και πάσχον σώμα του Χριστού και πεθαίνει σ' αυτό το σώμα για να πραγματωθεί ως Θεός, έτσι και ο Λόγος ενσαρκώνεται σ' αυτή ή εκείνη την ηλίθια και τετριμμένη ατομική φιλοδοξία για να πραγματωθεί ως Λόγος, βάζοντας "τα πάθη να δουλεύουν για αυτόν", και χρησιμοποιώντας "άτομα" που, έχοντας προσφέρει στον Λόγο την ιστορική ενσάρκωση, "θυσιάζονται και εγκαταλείπονται" σαν το σπασμένο περίβλημα που προστάτευε έναν πολύτιμο καρπό. 

Αν κάποιος επιθυμούσε όμως να διαβάσει τον Hegel με τρόπο αυθεντικά εγελιανό (και αυτό ήταν ήδη η δουλειά κάποιου άλλου Γερμανού στα μέσα του 19ου αιώνα, ονόματι Karl Marx), θα έπρεπε να προχωρήσει σε μια αναστροφή του παραπάνω σχήματος. Αν στις Διαλέξεις για την φιλοσοφία της ιστορίας η κοσμική, υλική ιστορία όπως την βιώνουν οι ανθρώπινες μάζες φαίνεται να αποτελεί το αναλώσιμο περίβλημα και η θεολογική πραγμάτωση του Λόγου τον καρπό που αυτό κρύβει και προστατεύει από τη φθορά, η σύλληψη της πραγματικότητας απαιτεί μια δεύτερη αναστροφή που γυρίζει την πρώτη τα πάνω κάτω: η κοσμική, υλική ιστορία που στον Hegel φαίνεται μεν σημαντική, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί μόνο το ασήμαντο περίβλημα του οικουμενικού Πνεύματος του Λόγου, είναι στον Marx ο πραγματικός καρπός, περιβεβλημένος με το αναλώσιμο περίβλημα του υπεριστορικού Λόγου του Hegel. Περιέργως, αυτή είναι η ερμηνεία που μοιάζουν, κόντρα στο δεδηλωμένο νόημά τους, να θρέφουν ήδη οι εγελιανές Διαλέξεις. 

Προσέξτε, για παράδειγμα, την φράση με την οποία ο Hegel περιγράφει την πανούργα δραστηριότητα του Λόγου: "βάζει τα πάθη να δουλεύουν για αυτόν." Δεν έχουμε εδώ, avant la lettre, τον Marx πριν απ΄τον Marx; Δεν είναι η βασική αρχή λειτουργίας του Λόγου στον Hegel  ήδη ο καπιταλισμός, η μισθωτή εργασία, η ενοικίαση του σώματος ενός άλλου που εργάζεται για λογαριασμό του ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής; Δεν είναι το Πνεύμα στον εγελιανό λόγο ήδη ένας κεφαλαιοκράτης, και δεν είναι η Θεοδικία ήδη μια αλληγορία αυτού που υποτίθεται ότι ήταν μια αλληγορία της Θεοδικίας, δηλαδή του υλικού πεδίου της ιστορίας και της πολιτικής οικονομίας; Δεν είναι η εγελιανή αναφορά στην "θυσία και εγκατάλειψη" των φθαρτών σωμάτων μέσω των οποίων ο Λόγος συναντά την ιστορική πραγμάτωση ήδη μια πρόγευση όλων εκείνων των μαρξικών εδαφίων που αναδεικνύουν την αιματηρή θυσία ανθρώπινων υπάρξεων που απαιτεί διαρκώς η αναπαραγωγή του κεφαλαίου; Δεν είναι, τέλος, το γεγονός ότι ο Hegel κάνει τις διαλέξεις του εν μέσω της βιομηχανικής επανάστασης απόδειξη του γεγονότος ότι η φαινομενικά άχρονη, θεολογική εννόηση της φιλοσοφίας της ιστορίας επικαθορίζεται εξ αρχής από την ίδια την υλική εμπειρία της σύγχρονης ιστορίας; [1] Δεν αποκαλύπτεται έτσι ότι στην ουσία, ήδη από τον Hegel, το "επιμέρους" και το "γενικό" τείνουν να μεταμορφώνονται το ένα στο άλλο και ότι, συνεπώς, η θεολογία του Πνεύματος και οι υλικές σχέσεις της ιστορίας τείνουν να γίνονται αμφότερες --και ταυτόχρονα-- καρπός και περίβλημα η μία της άλλης;

Ας επιστρέψουμε όμως στο τρίτο και συγκριτικά νεότερο μέλος του γερμανικού μας τρίο: η βασική θέση του Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού ήταν ακριβώς ότι η θεολογία ήταν απλώς το περίβλημα μέσα στο οποίο η πανουργία του Λόγου προστάτεψε τον σκληρό πυρήνα της πολιτικής οικονομίας. Όχι τυχαία, η λέξη "πνεύμα" εδώ συναρτάται άμεσα με τον κατεξοχήν σηματοδότη της υλικής-οικονομικής οργάνωσης της σύγχρονης κοινωνικής ζωής, τον καπιταλισμό. Έτσι, μας εξηγεί ο Weber, αν και οι πρωτεργάτες της θρησκευτικής μεταρρύθμισης στην δύση νόμιζαν, με πάσα ειλικρίνεια, ότι οι δογματικές τους μεταρρυθμίσεις προετοίμαζαν το έδαφος για την έλευση του βασιλείου του Θεού, αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι έστρωναν μάλλον τον δρόμο προς την τράπεζα: η ηθική της εργασίας και η καταδίκη της αργοσχολίας, η έμφαση στην έλλογη και συγκρατημένη κατανάλωση, η αποκύρηξη της άχρηστης επίδειξης και σπατάλης του πλούτου, η επίθεση κατά της ελεημοσύνης στους μη εργαζόμενους, η έμφαση στην ατομική ευθύνη για την σωτηρία --όλες οι παλιές, καλές προστεσταντικές αξίες ζούσαν διπλή ζωή, εφόσον αποτελούσαν ταυτόχρονα τις βάσεις συγκρότησης και επέκτασης του ίδιου του καπιταλισμού ως θρησκείας, για να θυμηθούμε και το ομώνυμο δοκίμιο του 1921 ενός τέταρτου Γερμανού, του Walter Benjamin.

Ο χαρακτήρας του Ροβινσώνα Κρούσου, προσφιλούς ήδη στον Μαρξ της Grundrisse (και αργότερα, του Κεφαλαίου), ο οποίος αρχίζει την ζωή του στο ερημονήσι με οιμωγές για την αμαρτωλή του φύση και διαρκείς προσευχές στον Κύριο για να καταλήξει, μετά την επιστροφή του στον οικείο πολιτισμό, να δακρύζει από συγκίνηση στην σκέψη της περιουσίας που κατάφερε να συσσωρεύσει χωρίς να το γνωρίζει ενώ προσπερνά με απόλυτη αδιαφορία τον θάνατο των γονιών του και της συζύγου του, μας δίνει το par excellence λογοτεχνικό παράδειγμα του περάσματος από το περίβλημα στον καρπό, ή μάλλον της αναδρομικής γνώσης της εξέλιξης του "καρπού" σε περίβλημα ενός άλλου καρπού μέσα στον πρώτο: ο θεολογικός πυρήνας του Πνεύματος που αναδεικνύει η πανουργία του Λόγου στον Hegel μεταμορφώνεται σταδιακά, από τον 17ο αιώνα και μετά, σε περίβλημα του πυρήνα του βεμπεριανού "πνεύματος" (με μικρό "π") της καπιταλιστικής πολιτικής οικονομίας. Όχι τυχαία, τα δύο πιο σκληροπυρηνικά προστεσταντικά καθεστώτα του 17ου αιώνα είναι επίσης καθεστώτα των δυο πιο ραγδαία αναπτυσσόμενων αστικών κοινωνιών και καπιταλιστικών οικονομιών: Αγγλία και Ολλανδία, με τις θεολογικο-οικονομικές παλινωδίες της δεύτερης να γνωρίζουν την διασημότερη και αναλυτικότερη έκθεσή τους στο Η αμηχανία του πλούτου του Simon Schama. 

Η έλευση του λεγόμενου ύστερου καπιταλισμού πενήντα περίπου χρόνια μετά την δημοσίευση του βιβλίου του Weber συνοδεύεται από μια δομική και μια ιδεολογική μετατόπιση. Δομικά, η μετατόπιση αφορά την μετακύλιση της έμφασης της οικονομικής δραστηριότητας από την βιομηχανική παραγωγή σε ένα συνονθύλευμα μη παραγωγικών δραστηριοτήτων, όπου ξεχωρίζουν αφενός το επενδυτικό κεφάλαιο (finance capital) με όλες του τις διασυνδέσεις με επίπλαστες αξίες, φούσκες και εικονικό χρήμα, και αφετέρου η βιομηχανία υπηρεσιών και άυλων μορφών αξίας (image, νόηση, γνώση, πληροφορία, κλπ). Στο ιδεολογικό επίπεδο, η φύση της μετατόπισης βρίσκει τον σημαντικότερο αναλυτή της στο πρόσωπο ενός γενειοφόρου Σλοβένου, ο οποίος, εκκινώντας από τον εγελιανό Freud που ακούει στο όνομα Lacan, μιλά για την απόλυτη ανατροπή της προτεσταντικής ηθικής, του περιβλήματος δηλαδή, από τον καρπό που αυτή βοήθησε να γεννηθεί στον κόσμο. Σύμφωνα λοιπόν με τον Slavoj Zizek, ο ύστερος, μεταμοντέρνος καπιταλισμός φτάνει στο σημείο να καταστρέψει εντελώς το περίβλημά του, όλες εκείνες τις παλιομοδίτικες επιταγές περί σκληρής εργασίας, οικονομίας, συγκράτησης από σπατάλες, κλπ. που απετέλεσαν τον κορμό της ανάπτυξης της κεφαλαιοκρατικής ιδεολογίας στη δύση.

Το νέο κεφάλαιο δεν ενσαρκώνεται στο υπερεγώ που απαγορεύει τις επίγειες απολαύσεις --τον απόντα πατέρα-Θεό που τρομάζει τον Κρούσο αρκετά ώστε να το καταστήσει έναν καλό, ασκητικό κεφαλαιοκράτη-- αλλά σε ένα αισχρό υπερεγώ, ένα υπερεγώ του οποίου η μοναδική επιταγή και εντολή είναι "Απόλαυσε!" Με δεδομένα φυσικά τα οικονομικά όρια που συναντά στον διάβα της αυτή η ντιρεκτίβα, αυτό στο οποίο μεταφράζεται στην πράξη είναι μια δεύτερη, κρυφή διαταγή: "Δανείσου!" Η υπερχρέωση σε ατομικό και εθνικό επίπεδο δεν είναι λοιπόν αποτέλεσμα παραβίασης κάποιας προαιώνιας ηθικής αρχής, αλλά αποτέλεσμα, αντίθετα, επιμελούς και υπάκουης συμμόρφωσης με την ιστορική μεταμόρφωση της ηθικής του καπιταλισμού. Με δεδομένη την σταθερά καθοδική πορεία του περιθωρίου κέρδους (falling rate of profit) και την επιβράδυνση των ρυθμών πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης από τα μέσα του 70, ο μοναδικός τρόπος συντήρησης της παραγωγής ήταν η συντήρηση της δυνατότητας κατανάλωσης πέρα από τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες κρατών και ατόμων, και οι δυτικές κοινωνίες επιδόθηκαν υπάκουα σε ένα όργιο δανεισμού, υπερκατανάλωσης και περισσότερου δανεισμού, με την απόλαυση να συναντά το γκρίζο καθήκον με τρόπους ταυτόσημους με εκείνα τα σαδικά όργια στις 120 Ημέρες των Σοδόμων, όπου το αχαλίνωτο σεξ μετατρέπεται στην πιο καταπιεστική, μηχανική και εκβιαστική ρουτίνα που φαντάστηκε ποτέ ανθρώπινος νους.

Να όμως που ο Σλοβένος βιάστηκε (όπως είμαστε όλοι εξ ορισμού καταδικασμένοι να κάνουμε όταν στοχαζόμαστε πολιτικά), και να που η πανουργία της Λογικής είναι τελικά πολύ πιο πανούργα από ό,τι φαντάστηκε και ο πιο εκλεπτυσμένα διαστροφικός λακανισμός. Γιατί τι είναι αυτό που κάνει παντού την εμφάνισή του στις μέρες μας παρά μια ρητορική και πιθανώς ουσιαστική επιστροφή στο φαινομενικά απωλεσθέν περίβλημα του καπιταλισμού, δηλαδή στην προτεσταντική θεολογία των απαγορεύσεων, των αυστηρών επικρίσεων της οκνηρίας και της δανεικής ευμάρειας, της άσκοπης σπατάλης; Οι τραπεζίτες ξαναντύθηκαν στα άμφια και αγορεύουν ως άλλοι Λούθηροι και Καλβίνοι μέσα στους οίκους ανοχής όπου πριν λίγο έκαναν τους μαστρωπούς και τις τσατσάδες: αυτή είναι η σημερινή φαρσοκωμωδία των "Οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης", των συνοφρυομένων οικονομολόγων που μας βεβαιώνουν για την αναγκαιότητα ενός νέου ασκητισμού πάνω στις πλάτες των εργαζομένων, του γεγονότος ότι, στον καταθλιπτικά αδιέξοδο κόσμο μας, τα θεσμικά εξαρτήματα του καπιταλισμού αναλαμβάνουν την κάθαρση από τα κακώς πεπραγμένα των θεσμικών εξαρτημάτων του καπιταλισμού (λέγε με "αυτορρύθμιση της αγοράς").

Η βασική θέση του μονισμού του Spinoza ήταν ότι υπάρχει μόνο ένα, ομοιογενές και συνεχές επίπεδο ύπαρξης. Σήμερα, ο Spinoza συναντά την διαλεκτική ειρωνεία του Hegel:  υπάρχει μόνο μια συλλήψιμη δυνατότητα θεραπείας των δεινών του καπιταλισμού, μας λένε όλοι, και αυτή είναι ο καπιταλισμός. Ο καπιταλισμός της προτεσταντικής ηθικής (πρωταγωνιστούν στις μέρες μας οι φίλοι μας οι άγγλοι και γερμανοί δημοσιοοικονομικοί προτεστάντες), ο ενοχικός και αμήχανος καπιταλισμός του 17ου αιώνα, προσφέρεται στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου ως ίαση του καπιταλισμού που εξέπνευσε κάπου στις αρχές του 2008. Αυτό, πρέπει να πειστούμε άκοντες εκόντες, είναι το όριο του εφικτού σήμερα. Ο καρπός, αφού εξήλθε του περιβλήματος, αφού έκανε το περίβλημα συντρίμμια, το ξανασυγκόλλησε πρώτα σιγά-σιγά χωρίς να δώσει κανείς ιδιαίτερη σημασία στην διακριτική εμπλοκή της πανουργίας του Λόγου (γιατί τι άλλο είναι η ήδη συντελεσθείσα ιδεολογική προετοιμασία για την επιστροφή της κοινής γνώμης στην θεολογία της "ευθύνης" μέσω της επιστροφής μιας μεταμελημένης φιλοσοφίας στην θεολογία per se, από τον Levinas ως τον Derrida;), και τώρα θέλει να ξανακρύψει τον σκουληκοφαγωμένο, σάπιο καρπό σ' αυτό το επισφαλές, ετοιμόρροπο περίβλημα.

Η επιθυμία των αρχόντων σήμερα είναι να ξαναπειστούμε όλοι για την αναγκαιότητα της ηθικής της αυταπάρνησης και της εγκράτειας όπως πειστήκαμε μέχρι πριν δύο χρόνια για την φυσικότητα της οργιαστικής παράδοσης στην απόλαυση χωρίς αύριο. Είναι ζωτικής σημασίας για την πολιτική σκέψη να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η επιλογή ανάμεσα στην ασκητική εγκράτεια και την δανειοληπτική απόλαυση, στον καρπό και το περίβλημα, στη θεολογία και την πολιτική οικονομία, δεν είναι και δεν ήταν ποτέ επιλογή. Απλώς επιβεβαιώνει την παλιά, καλή αρχή: "Το κεφάλαιο απεργάζεται την σωτηρία μας με μυστήριους τρόπους, περιλαμβανομένης της μεταμόρφωσης του τη μια σε μωσαϊκό Νόμο  και την άλλη σε αρχή καταστροφής-ως-εκπλήρωσης [Aufhebung!] του μωσαϊκού Νόμου." Η πανουργία του Λόγου συνίσταται ακριβώς στην διαρκή εξαπάτησή μας, στον διαρκή εγκλωβισμό μας στην επιστροφή του ίδιου που ποζάρει ως επιλογή ανάμεσα σε δύο.

Υπερεγώ εγκράτειας ή υπερεγώ απόλαυσης; Αναπόφευκτη ανεργία ή υποχρεωτική υπερχρέωση; Ευρώπη που χειροκροτά τους επενδυτικούς δονκιχωτισμούς ή Ευρώπη που συνοφρυώνεται μ' αυτούς; Coke or Pepsi; Same difference. Το αληθινό όνομα της διαφοράς χωρίς διαφορά, της διαφοράς που δεν κάνει καμμία διαφορά αλλά παρουσιάζεται, δια της πανουργίας του Λόγου που την επικυρώνει, τέσσερις αιώνες τώρα, ως μοναδική επιλέξιμη εμπειρία της διαφοράς, ήταν από την αρχή καπιταλισμός.

[1] Πρβ. Susan Buck-Morss, ο Χέγκελ, η Αϊτή και η παγκόσμια ιστορία

Εικόνα: rightwear.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ο χρόνος σβουριζει προς πάσα κατεύθυνση

 Έχετε  παρατηρήσει  το  ποσο    εύκολα     και  ανεξήγητα     χάνονται  -  λές  και τα κατάπιε  η θάλασσα  -   ζητήματα  που  μας  απασχόλη...