Απόσπασμα από το πρώτο δοκίμιο του βιβλίου με τίτλο “Η γοητεία του φασισμού” (πρώτη δημοσίευση στο New York Review of Books,6-12-1975):
Μπορεί να φαίνεται άχαρη και μνησίκακη η άρνηση μας ν’ αποσυνδέσουμε τους Τελευταίους των Νουμπά από το παρελθόν της Ρίφενσταλ. ωστόσο πρέπει ν’ αντλήσουμε κάποια χρήσιμα διδάγματα από τη συνέχεια του έργου της όσο κι από τούτο το παράδοξο και αναμφισβήτητο γεγονός -την αποκατάσταση της. Οι σταδιοδρομίες άλλων καλλιτεχνών που προσχώρησαν στον φασισμό,όπως ο Σελίν και ο Γκ. Μπέν, ο Μαρινέττι και ο Πάουντ (για να μην αναφέρουμε κάποιους άλλους, όπως ο Πάμπστ, ο Πιραντέλλο και ο Χάμσουν, που εγκολπώθηκαν τον φασισμό κατά τη δύση του έργου τους) δεν προσφέρονται ως παραδείγματα για σύγκριση. Διότι η Ρίφενσταλ είναι η μοναδική μεγάλη καλλιτέχνις η οποία ταυτίστηκε εντελώς με τη ναζιστική περίοδο και της οποίας το έργο, όχι μόνο κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ  αλλά και τριάντα χρόνια μετά την πτώση του εξακολούθησε να απηχεί πολλά μοτίβα της φασιστικής αισθητικής.
Η φασιστική αισθητική περικλείει αλλά συγχρόνως υπερβαίνει τη μάλλον ιδιαίτερη εξύμνηση που βρίσκουμε στους Τελευταίους των Νουμπά. Γενικότερα, απορρέει από (και δικαιώνει) μια συνεχή ενασχόληση με καταστάσεις αυτοκυριαρχίας, υποτακτικής συμπεριφοράς, ακραίας προσπάθειας και αντοχής στη σωματική καταπόνηση’ υιοθετεί δυο φαινομενικά αντίθετες στάσεις, την εγωμανία και τη δουλικότητα. Οι σχέσεις κυριαρχίας και υποδούλωσης παίρνουν  τη μορφή μιας ορισμένης φαντασμαγορίας που χαρακτηρίζεται από τη μαζικοποίηση των ανθρωπίνων ομάδων, τη μετατροπή των ανθρώπων σε πράγματα, την αναπαραγωγή ή ομοιοτυποποίηση των πραγμάτων και την ομαδοποίηση των ανθρώπων και πραγμάτων γύρω από μια πανίσχυρη υπνωτιστική ηγετική φιγούρα ή δύναμη. Η φασιστική δραματουργία επικεντρώνεται στις οργιαστικές συναλλαγές μεταξύ ισχυρών δυνάμεων και των ανδρεικέλων τους που ομοιόμορφα ντυμένα παρουσιάζονται κατά ολοένα ογκούμενα κύματα. Η χορογραφία εναλλάσσεται ανάμεσα σε μιαν ακατάπαυστη κίνηση και σε μια παγωμένη, στατική “ανδρική” στάση. Η φασιστική τέχνη εξυμνεί την υποταγή, εκθειάζει τη βλακεία, μυθοποιεί το θάνατο.
Διαβάστε επίσης: