Αναγνώστες

Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Παρουσίαση του βιβλίου: «ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» της Gargi Bhattacharyya απο την Ελένη Μπέλα


Παρουσίαση  του βιβλίου:

«ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» της Gargi Bhattacharyya

 Ελένη Μπέλα

(αποσπασμα)

  Στο βιβλίο της«Σεξουαλικότητα και κοινωνία» η Bhattacharyya αναπτύσει με μεστότητα συλλογισμών  τις απόψεις της σχετικά με το θέμα. Το βιβλίο δομείται σε επτά κεφάλαια συν ένα κεφάλαιο επίλογο ακολουθώντας το ‘σχεδίασμα’ της Κάμα-σούτρα».

  Η συγγραφέας αποπειράται να αντιμετωπίσει σφαιρικά κάποιες διαμάχες στη μελέτη της σεξουαλικότητας, διερευνώντας ταυτόχρονα το ρόλο που έχει η μελέτη του καθημερινού στον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε ευρύτερες κοινωνικές δομές και συμβάντα, προκειμένου να υποστηρίξει ότι η κατανόηση της σφαίρας της οικειότητας ενδέχεται να φτάσει να είναι από τα κεντρικά πολιτικά διδάγματα της εποχής μας.

  Όπως τόσο πολλά άλλα πράγματα, έτσι και η  γέννηση της σεξουαλικότητας  συνοδεύει το σχηματισμό ενός δυτικού  υποκειμένου το οποίο αναπτύχθηκε  από το κεφάλαιο και τις αλυσιδωτές επιδράσεις των οικονομικών αλλαγών  στη προσωπική ζωή.

  Σύμφωνα με τη Bhattacharyya: »…ίσως μπορούμε να αρχίσουμε να βλέπουμε την ερωτοπραξία ως άκρως εκκοινωνισμένη τελετουργία, αξεδιάλυτα συνυφασμένη με τις άλλες κοινωνικές τελετουργίες, στην οικονομική και την πολιτική ζωή. το αρχαίο, κατασυκοφαντημένο κείμενο της Κάμα-σούτρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός και οργανωτικό πλαίσιο. Η Κάμα-σούτρα, παρά τον περιβόητο χαρακτήρα της ως συλλογή ερωτικών στάσεων, δίνει περιγραφικά κάποιες συμβουλές ως προς τις διαδικασίες της ερωτοπραξίας. -(η Κάμα-σούτρα βέβαια, απευθύνεται αποκλειστικά στον άνδρα και κυρίως στον άνδρα των ανώτερων καστών της ινδικής κοινωνίας των πρώτων μ.Χ. αιώνων)

  »Σε αντίθεση με τη μακρόχρονη εμμονή της Δύσης με τη
σεξουαλικότητα ως χωριστό τόπο -μια άλλη χώρα, ποθητή μεν, εσαεί άγνωστη δε και το διαχωρισμό της οικειότητας και της σωματικής εγγύτητας από άλλες πλευρές της κοινωνικής ζωής, στην πραγμάτευση της Κάμα-σούτρα α) η κατανόηση της ερωτοπραξίας είναι μέρος της κατανόησης της θέσης μας στον κόσμο β) η σεξουαλική αγωγή  η γνώση σεξουαλικών ζητημάτων πρόταγμα  γενικής παιδείας και γ) αυτό που προέχει είναι η σύλληψη της ζωή ως «όλον». Η Κάμα-σούτρα υποδεικνύει μια αιτιολόγηση της σπουδαιότητας της ερωτοπραξίας στον κόσμο της μεγάλης πολιτικής, στη σφαίρα της οικονομίας, του κράτους και του έθνους.

  Στη Δύση τώρα και όσον αφορά την πορεία της δυτικής σκέψης και κοσμοθεωρίας: »Η μελέτη και η εννοιολόγηση της σεξουαλικότητας έχει υποστεί κάποιες σημαντικές εξελίξεις καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα.

  »Ο Φρόιντ ήταν αυτός που εισηγήθηκε ότι: α) Η σεξουαλικότητα είναι στοιχείο βασικό και διαμορφωτικό του κοινωνικού - αυτή είναι η θεώρηση που βλέπει τη σεξουαλικότητα ως το πεδίο εντός του οποίου δημιουργείται το υποκείμενο, β) Ο πολιτισμός δημιουργείται από τις περίπλοκες απόπειρές μας να αναχαιτίσουμε και να ανακατευθύνουμε τη σεξουαλική ενέργεια. Επίσης, ο Φρόιντ μας διδάσκει ότι: Η υποκειμενικότητα ποτέ δεν επιτυγχάνεται με τρόπο που να εξαλείφει τις συγκρούσεις κατά την ανάδυση της.

  »Το έργο του Φουκό αναλύωντας τις διεργασίες στον πυρήνα της νεωτερικότητας υποστηρίζει:

α) Την εσωτερίκευση των τεχνικών αυτοπειθαρχίας, οι οποίες γεννούν το υποκείμενο του νεότερου ουμανισμού.

β) Μεμονωμένα υποκείμενα φτάνουν στο σημείο να ενστερνιστούν την άσκηση της εξουσίας επί του εαυτού τους και διά του εαυτού τους  (-ο ευπειθής πολίτης, ο υπάκουος εργάτης).

γ) Ο ακατάπαυστος λόγος για τη σεξουαλικότητα ως μια άλλη διαδικασία πειθάρχησης.

δ) Τα ερωτήματα της κοινωνικής ύπαρξης, βρίσκουν ένα τυπικό παράδειγμα στις προσεκτικές τεχνικές της σεξουαλικής ηθικής. 

  »Αν ο Φρόιντ μετασχηματίζει την αντίληψη περί της υποκειμενικότητας και περί της σχέσης της με το σχηματισμό του υποκειμένου, και ο
Φουκό εισάγει την ιδέα ότι η σεξουαλικότητα έχει γίνει μια πληθωρική κατασκευή, που η μελέτη της μπορεί να φωτίσει το σύνθετο εγχείρημα  της κατασκευής ενός περίπλοκου «εγώ», τότε η Τζούντιθ Μπάτλερ εκλαϊκεύει τρόπους σκέψης οι οποίοι αποκαλύπτουν την περιορισμένη ευελιξία των σεξουαλικών ταυτοτήτων. Χρησιμοποιώντας το έργο της ψυχανάλυσης και του Φουκό, η Μπάτλερ επανεξετάζει το διάλογο για τη φύση και το σχηματισμό του κοινωνικού φύλου.

  »Υποστηρίζοντας τη μη βιολογική βάση του φύλου και την ως εκ τούτου πολιτιστική κατασκευή του κοινωνικού φύλου η Μπάτλερ περιγράφει πόσο δύσκολη και ατελής μπορεί να είναι αυτή  η διαδικασία κατασκευής. …Το καθαρό δίδυμο Αρσενικού/Θηλυκού υποδηλώνει πάντοτε ότι υπάρχει κάτι περισσότερο, κάποιοι τρόποι του ‘Είναι’ οι οποίοι δεν υπάγονται σε αυτό το τακτοποιημένο δίπολο. …«Στο βαθμό που το κοινωνικό φύλο είναι μια ανάθεση, δεν εκπληρώνεται ποτέ το σύνολο των προσδοκιών της, και ο/η ανάδοχος της δεν εκπληρώνει ποτέ το ιδεώδες που πειθαναγκάζεται να προσεγγίσει»

  »…Υπάρχει πάντοτε χάσμα ανάμεσα σε ό,τι αναμένεται από το κανονικό πρότυπο και σε ότι συμβαίνει εντέλει στην πράξη. …Αυτός ο χώρος της δυνατότητας είναι που συναρπάζει την κιναιδιαία θεωρία (queer theory) και όλους όσοι επιθυμούν να φανταστούν νέους τρόπους να έχεις κοινωνικό φύλο, βιολογικό φύλο και να συγκροτείσαι ως οποιαδήποτε ταυτότητα, εφόσον αυτός ο χώρος υποδεικνύει ότι οι δυνάμεις που μας δημιουργούν, σε τελική ανάλυση δεν είναι καθοριστικές.

  Η Bhattacharyya μας επισημαίνει ότι:

  »Η ιστορία του δυτικού πολιτισμού, που αναπτύσσει έναν κοινωνικό κόσμο από χωριστές σφαίρες, κατά σύμπτωση δημιουργεί το βασίλειο της ερωτοπραξίας σαν τη μεθυστικότερη απόδραση από τους δημόσιους περιορισμούς …Οσοδήποτε δημόσια και εμπορευματοποιημένη κι αν γίνει ίσως η σεξουαλικότητα, παραμένει αυτός ο υπαινιγμός του μπουντουάρ. Μάλιστα εκείνη η νοερή ανάμνηση ενός χώρου εγκεκριμένου πειραματισμού και προστατευμένης αδυναμίας είναι που προωθεί την ιδέα τής ερωτοπραξίας σε κάθε σύγχρονη αντίληψη περί πλήρωσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι η σεξουαλική ελευθερία είναι η μόνη ελευθερία ή ακόμη ότι η πιθανότητα σεξουαλικής πλήρωσης είναι σε θέση να αναλάβει να αντισταθμίσει την έλλειψη πλήρωσης σε άλλα πεδία. …Με δεδομένη την έλλειψη άλλων μορφών αναγνώρισης και πλήρωσης, ενδέχεται όλοι να έχουμε λόγους να είμαστε ευγνώμονες για τον επικεντρωμένο στην ερωτοπραξία πολιτισμό μας. Αυτή είναι η μισοομολογημένη συνέπεια της σκέψης του Τρίτου Δρόμου. Μεγάλο μέρος αυτού του εκθειαζόμενου νέου ρεαλισμού που συνδυάζεται με την παλιά συμπόνια στρέφεται γύρω από το πώς να φτιαχτεί νέο περιτύλιγμα για το τέλος της οικονομικής ανάπτυξης χάριν της εκλογικής πολιτικής».

  Αλλά, αν ο λόγος και η πρόοδος αποδεικνύονται φενάκη, το ίδιο συμβαίνει και με την παραμυθία της επιθυμίας. Το αδιάκοπο ενδιαφέρον για τη σεξουαλικότητα είναι ένδειξη αυτής της βαθιάς απογοήτευσης, η συναίσθηση ότι ο χώρος της ‘αποδεκτής μαγείας’ δεν μπορεί να αποζημιώσει για τις αποτυχίες στους άλλους τομείς.

  Σύμφωνα με τη Bhattacharyya: »…η ποιότητα της «παγκοσμιοποιημένης ζωής» εξαρτάται από όλες τις καθημερινές μας προσπάθειες οπότε: … Η «εκμάθηση» της σεξουαλικότητας ανάμεσα σε άλλες κοινωνικές δεξιότητες ενδέχεται να μας δώσει περιθώριο να γίνουμε τα υποκείμενα που επιθυμούμε να είμαστε. Αυτό δεν αντισταθμίζει τις αβεβαιότητες και τις στερήσεις που επιβάλλει η παγκόσμια οικονομία της τουρμπο-καπιταλιστικής δεύτερης νεωτερικότητας, αλλά ενδέχεται να μας δώσει καλύτερα όπλα για τις γενικότερες μάχες της κοινωνικής αλλαγής.»

  Το  πρώτο κεφάλαιο είναι μια πραγμάτευση σχετικά με την κατασκευή και τη μεταβαλλόμενη φύση της ετεροφυλοφιλικής ταυτότητας. Υποστηρίζεται ότι παρότι η ετεροφυλοφιλία κατέχει προνομιακή θέση, ως παρότρυνση της φύσης για αναπαραγωγή, οι βιωμένες κουλτούρες της ετεροφυλοφιλίας υφίστανται γοργές αλλαγές, που δεν είναι όλες τους εύκολες ή ευχάριστες (…τουλάχιστον σε όλους).

»Η «κυρίαρχη Κουλτούρα της ετεροφυλοφιλίας» καθοδηγεί τις καθημερινές συνήθειες που οδηγούν στο ετεροφυλοφιλικό ζευγάρωμα ως τη μόνη ευυπόληπτη έκφραση της σεξουαλικότητας. Τα άλλα είδη ερωτοπραξίας μπορεί μεν να είναι ανεκτά, αλλά δεν αποτελούν μέρος του ευυπόληπτου βίου. …Σε αυτό το πλαίσιο επιστρατεύονται κοινωνικές ανταμοιβές και τιμωρίες, δομή κοινωνικών δραστηριότητων που ενθαρρύνει κοινωνικές σχέσεις «παλαιάς κοπής», προστατεύοντας τα υπάρχοντα συμφέροντα και τις υφιστάμενες ανομοιότητες εις βάρος της κοινωνικής αλλαγής προσπαθώντας να ορίσουν τη ετεροφυλοφιλία ως κανονιστικό πρότυπο

»Ως «Ετεροφυλοκανονικότητα» εννοείται το εκτεταμένο και μεγαλεπήβολο ιδεολογικό σύστημα που επιδιώκει να επιβάλει ένα δημόσιο συμβόλαιο υποταγής στο ετεροφυλοφιλικό πρότυπο ως τον μόνο τρόπο ζωής και ύπαρξης, δηλαδή ακριβώς την κουλτούρα της κυριαρχίας, που λησμονεί την ερωτοπραξία προς όφελος των κοινωνικών προνομίων.

»…Ίσως η πανταχού παρουσία της ετεροφυλοφιλικής προπαγάνδας να κάνει τη βιωμένη ετεροφυλοφιλία … τόσο απογοητευτική.

Αλλά  … η ετεροφυλοφιλία μεταβάλλεται?

Παρά τις ακραίες πιέσεις για να θεωρηθεί η ετεροφυλοφιλία κανονιστική, υπεράνω της ιστορίας, στην πραγματικότητα η ετεροφυλοφιλική δραστηριότητα ιστορικά υπήρξε εξίσου μεταβλητή με άλλες μορφές σεξουαλικής σχέσης (ηλικία γάμου, μονογαμία/πολυγαμία, ηλικία σεξουαλικής δραστηριότητας). Παρά την «ιστορία» της, η ετεροφυλοφιλική μονογαμία εξακολουθεί να εμφανίζεται ως οργανωτικός όρος βάση του οποίου κρίνονται οι θεωρούμενες παθολογικές σεξουαλικές επιλογές

  Η κουλτούρα της  ετεροφυλοφιλοκανονικότητας υφίσταται κλυδωνισμούς:

»Ενώ οι στρέιτ γυναίκες βιώνουν την ετεροφυλοφιλία ως επίδειξη και υπηρεσία για χάρη των ανδρών, οι άνδρες περιγράφουν την επιτέλεση της ετεροφυλοφιλίας ως έκκληση για αναγνώριση από τους άλλους. …’Οι νεαρές γυναίκες είναι κατά πολύ πιθανότερο να ζουν μακριά από το σπίτι της οικογένειας απ' ό,τι οι νεαροί άνδρες - που περιμένουν μια άλλη γυναίκα να αντικαταστήσει τη μητέρα τους, μ' έναν τρόπο που θυμίζει κωμωδία καταστάσεων (The Independent, 27/1/2000)’.

»Έχει γίνει κοινός τόπος στη θεραπευτική βιβλιογραφία το να λένε ότι οι άνδρες έχουν την τάση «να αδυνατούν να εκφράσουν αισθήματα» ή ότι ‘δεν έχουν επαφή με τα συναισθήματα τους’. Ωστόσο αυτό παραείναι χοντροκομμένο. Αντί γι' αυτό, θα έπρεπε να πούμε ότι πολλοί άνδρες δεν είναι σε θέση να κατασκευάσουν μια αφήγηση του εαυτού που να τους επιτρέπει να συμβιβαστούν με την ολοένα κ περισσότερο εκδημοκρατιζόμενη και αναδιατασσόμενη σφαίρα της προσωπικής ζωής.

»Η πρόταση για έναν «Τρίτο Δρόμο στην οικογενειακή πολιτική» απηχεί
τους άλλους τρίτους δρόμους ως προς την απόπειρα της να συμβιβάσει την παραδοσιοκρατία και το ριζοσπαστισμό, να είναι υπέρμαχος και των αυταρχικών οικογενειακών αξιών και των ευέλικτων προσωπικών αλλαγών.

»Πρόκειται για βεβαίως για ενδιαφέρουσα παραδοχή, γιατί τώρα οι προσωπικές επιλογές σε ερωτικά ζητήματα και σε θέματα στοργής θεωρούνται ότι δημιουργούν τις κρίσεις της κοινωνικής συνοχής.

»Καθώς το έδαφος του κοινωνικού μετατοπίζεται κάτω από τα πόδια μας, γίνονται αβέβαιοι οι παραδοσιακότεροι δεσμοί πίστεως. Αλλάζει  η οικογενειακή ζωή, και η ζωή φαίνεται να απαιτεί μια ατέρμονη αναζήτηση της οικειότητας, χωρίς καμιά ελπίδα για τη νωθρή αυταρέσκεια του παλιομοδίτικου γάμου.

 

  Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζεται η εμφάνιση της σεξουαλικότητας ως ιστορικής έννοιας και το πώς κατανοείται η σεξουαλική δραστηριότητα σε διαφορετικές περιόδους και πλαίσια.

  Μέσα  από την εξέταση των ισχυρισμών: για την α) υπεριστορική ουσία της ερωτοπραξίας» και της άποψης ότι β) δεν υπάρχει σεξουαλικό νόημα χωρίς πλαίσιο (αναφοράς), προβάλλεται η θέση για μια ιστορική κατανόηση των αλλαγών του παρόντος.

  Η Bhattacharyya εύστοχα θέτει το ερώτημα: «Αν ο αγώνας για την κατοχή των μέσων παραγωγής δημιουργεί την ιστορία των οικονομικών σχέσεων, μήπως κάποια άλλη διεργασία δημιουργεί την ιστορία της σεξουαλικής επαφής;»

»Η ομοφυλοφιλία και η ετεροφυλοφιλία, όπως τις κατανοούμε σήμερα, είναι νεωτερικά, δυτικά, αστικά προϊόντα. Τίποτε παρόμοιο δεν βρίσκεται στην κλασική αρχαιότητα. Μια κάποια ταύτιση του (εαυτού) με το σεξουαλικό εγώ άρχισε στην ύστερη αρχαιότητα και ενισχύθηκε από το χριστιανικό εξομολογητήριο …

»Πέρα από το διάλογο σχετικά με το αν οι σύγχρονες κατηγορίες της σεξουαλικής ταυτότητας υπήρχαν ανέκαθεν, ας επικεντρωθούμε στην ιδέα ότι η ίδια η σεξουαλικότητα είναι ιστορική κατηγορία. Το έργο του Φουκό ανάγει τη σεξουαλικότητα ως ετερόκλητη πειθαρχία του εαυτού (Foucault 1979) σκιαγραφώντας τις πειθαρχικές δομές που επιβλήθηκαν τον 18ο αιώνα ( «υστερικοποίηση» γυναικείου σώματος, «παιδαγωγικοποίηση» παιδικής σεξουαλικότητας, «κοινωνικοποίηση» γενετήσιας συμπεριφοράς,  «ψυχιατρικοποίηση» ‘διεστραμμένης’ ηδονής).

Πως κατανοείται  η σεξουαλικότητα σήμερα; Ποια είναι η καθοριστική στιγμή που ένα άγγιγμα οικειότητας γίνεται σεξουαλικό και πότε ακριβώς η σεξουαλική επαφή γίνεται σεξ;;; Αναρωτιέται η Bhattacharyya και παραδειγματικά αναφέρει την περίπτωση Κλίντον – Λεβίνσκι. «Το τι εστί ερωτοπραξία φαίνεται πιο αβέβαιο από κάθε άλλη φορά» -επισημαίνει η συγγραφέας.

  Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζεται η θέση ότι η σεξουαλικότητα καθορίζεται από τις εργαλειακές απαιτήσεις είτε της οικονομίας είτε του κράτους. Και εισαγάγει την πολιτική ανάλυση για στον τομέα της σεξουαλικότητας διότι, σύμφωνα με τη συγγραφέα, τόσο η ιδέα του «τουρμπο-καπιταλισμού» όσο και αυτή της «μετα-νεωτερικότητας» επιχειρούν να ενσταλάξουν μια νέα αντίληψη για τα σύγχρονα συμβάντα.

Αναφερόμενη σε δύο διαδεδομένες και σχετιζόμενες απόψεις «εραγλειακότητας» που η μία υποστηρίζει ότι «η ερωτοπραξία δεσμεύεται από οικονομικά συμφέροντα», και η άλλη ότι «το κράτος παρεμβαίνει ενεργά στη σεξουαλική έκφραση του πληθυσμού» η Bhattacharyya επισημαίνει:

 

»Αυτός ο διάλογος για τον καπιταλισμό και την
ερωτοπραξία εκτείνεται πολύ στο χρόνο και αφορά πολλά θέματα. Ανέκαθεν αποτελούσε θέμα συζήτησης στην Αριστερά, παρόλο που πρόσφατα έχει περιπέσει σε δυσμένεια. Σε άλλες εποχές τα απελευθερωτικά κινήματα διαφόρων ιδεολογικών αποχρώσεων απαίτησαν σεξουαλική ελευθερία, ως βασικό και μη διαπραγματεύσιμο αίτημα. Στο κάτω κάτω, τι είναι η ελευθερία χωρίς την ελευθερία να ερωτεύεσαι;

 

»Ο Ράιχ υποστήριξε ότι ο καπιταλισμός απωθεί και πειθαρχεί τη σεξουαλικότητα, για να καταστείλει τη δύναμη του οργασμού... Τα άτομα, μόλις αλλοτριωθούν από το οργασμικό δυναμικό τους, ενδίδουν εύκολα στην αγγαρεία της εργασίας δίχως απόλαυση ή εξουσιοδότηση και παύουν να απαιτούν την πλησμονή της εκπληρωμένης ερωτοπραξίας σε κάθε πλευρά της ζωής. Αυτό το ελευθεριακό πρότυπο σεξουαλικής πολιτικής έχει πέσει σε δυσμένεια. Η έκκληση να δοθεί γενικώς τέλος στην απώθηση σπανίως ακούγεται στον σύγχρονο διάλογο. Αντ’αυτού, οι πρόσφατες απόπειρες εξεικόνισης της ερωτικής ελευθερίας έχουν επιδιώξει να λειτουργήσουν εντός των γενικών όρων της ‘πολιτείας'.

  Η συγγραφέας θεωρεί ότι  η Αριστερά έχει να αντιμετωπίσει ένα  Θέμα:

»Μήπως η αίσθηση μιας ολοένα μεγαλύτερης σεξουαλικής ελευθερίας γίνεται το δέλεαρ που καθιστά περισσότερο ευπρόσδεκτη τη δύσκολη διεργασία της οικονομικής φιλελευθεροποίησης» και να αποφύγει ένα  Ψευτοδίλημμα: »Η ‘τρυφηλή’ επιζήτηση της σεξουαλικής ευχαρίστησης είναι συμβατή με τον πιο επιτακτικό αγώνα για ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο ή για την κοινωνική δικαιοσύνη;

  Κλείνοντας  το τρίτο κεφάλιο αναφέρει μεταξύ άλλων :

    »Η ικανότητα των ατόμων να επιδιώκουν πεισματικά τη δική τους ερωτική ικανοποίηση, έστω και όταν είναι αντίθετη στο χαρακτήρα των κοινωνικών ανταμοιβών, φαίνεται να υπονομεύει τις αναλύσεις βάσει της εργαλειακότητας.

    »Ζητήματα όπως η «διάλυση της οικογένειας» (αυτός ο κοινότοπος, υποτίθεται, στίβος αλλαγών σε ότι αφορά τα σεξουαλικά και τα οικογενειακά θέματα) στην πραγματικότητα έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στη συνείδηση και στις πολιτικές επιλογές απ' ότι τα κυρίαρχα ζητήματα, όπως η οικονομία. Μόνο με αυτές τις παραδοχές μπορούμε να αντιληφθούμε το βάθος της πολιτιστικής απήχησης της Δεξιάς...Το επόμενο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε τη σεξουαλικότητα σαν ένα ακόμη συστατικό αυτού του ενεργού πολιτισμού - σαν κάτι άλλο, που συγχρόνως διαμορφώνεται και διαμορφώνει.

  Στο τέταρτο κεφάλαιο διερευνώνται οι πρόσφατες πραγματεύσεις στη μελέτη της σεξουαλικότητας και οι ιδέες του κατακερματισμού και της αστάθειας στην κοινωνική ζωή.

  Εκκινώντας  η Bhattacharya από τις νέες αναζητήσεις και θεωρήσεις των πολιτικών επιστημών επισημαίνει:

» Οι προσέγγισεις βάσει του «θανάτου των μεγάλων αφηγήσεων» και την έλευση της «χωροχρονικής συστολής» τοποθετεί την κατασκευή της γνώσης στην καρδιά της συνείδησης. Η τομή μεταξύ των διαφορετικών [ιστορικών] περιόδων σημαδεύεται από μια κρίση ως προς το πώς γνωρίζουμε.

»Η έλευση αυτής της νέας κι αναπόφευκτης ‘μετανεωτερικότητας’, μιας εποχής ή και τόπου, όπου το μύθευμα του μεγάλου, εξηγητικού αφηγήματος δεν γίνεται πια να διατηρηθεί, είναι που εκτοπίζει την πίστη στη γνώση και στη δυνατότητα της γνώσης

»Oι πρόσφατες μεταβολές στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων έχουν δημιουργήσει νέες ευέλικτες μορφές του είναι, όπου συμπεριλαμβάνεται και η ευέλικτη παρουσίαση της σεξουαλικότητας.

»Οι σεξουαλικές ταυτότητες εμφανίζονται και αλλάζουν ιστορικά. Αυτές οι μεταβολές σχετίζονται με άλλες κοινωνικές δυνάμεις.

»Η σεξουαλική ταυτότητα έχει ευκρινή έκφραση. Είναι και αυτή μια επιτέλεση που απαρτίζεται από ποικίλα ρεπερτόρια αυτοέκφρασης.

»Η επίδραση των «κιναιδολογικών θεωριών» είναι αναπόφευκτη στις συζητήσεις για τη σεξουαλική ταυτότητα.

»Το καθεστώς των ρυθμίσεων που απαιτούνται από την ‘ευέλικτη συσσώρευση’ κατεδαφίζει το ‘φορντικό’ νοικοκυριό προς όφελος πιο
κατακερματισμένων και ευέλικτων οικιακών διευθετήσεων, οπότε μέσω αυτής της διαδικασίας αναδημιουργείται και η προσωπική ζωή.

»Η ευέλικτη συσσώρευση απαιτεί και ένα ορισμένο είδος υποκειμένου - όχι μόνο για να εργάζεται με νέους τρόπους, αλλά και για να καταναλώνει με νέους τρόπους, … μια νέα ράτσα πολιτικού ζώου.

»Η παγκοσμιοποίηση  στη Δύση αποικιοποιεί τον
καθημερινό βιωμένο κόσμο των … ανθρώπων

  Βασισμένη στο έργο του Φουκό, της Μπάτλερ,  στην ψυχαναλυτική θεωρία, στις θεωρίες της μετα-νεωτερικίτητας/τουρμποκαπιταλισμού και υποστηρίζοντας  τη θέση: Η κατασκευή της νεωτερικότητας συμβαίνει με άξονα μια πάντοτε προβληματική αντίθεση «ετεροφυλοφιλικό- ομοφυλοφιλικό » η Bhattattacharya μας επικοινωνεί τους στοχασμούς της:

»Αν ο ομοφυλοφιλικός πανικός είναι το ανεστραμμένο είδωλο μιας αναδυόμενης πατριαρχικής τάξης πραγμάτων μεταξύ των αστών πολιτών είναι η ομοφυλοφιλία το ανομολόγητο μυστικό στην καρδιά των πολιτισμών της εξουσίας;

»Η «επινόηση του ομοφυλοφίλου» δημιουργεί τη δυνατότητα μιας ταυτότητας, όχι απλώς μιας πράξης. Η εν λόγω επινόηση συμβαίνει μέσω της ποινικοποίησης και της ιατρικής αντιμετώπισης, μέσω μιας παγίωσης της εξουσίας της κυρίαρχης κουλτούρας πάνω στην ετερόδοξη ερωτοπραξία

»Αν υπάρχει κάποιο σύγχρονο ισοδύναμο του καθαυτό ομοφυλοφιλικού πανικού ίσως είναι ο φόβος του «κίναιδου», σε όλες τις πλέον γελοίες και διευρυμένες μορφές του.

»Ενάντια στις απόπειρες να κερδηθεί η υπόληψη και η αναγνώριση σύμφωνα με τους όρους της «ετεροπατριαρχίας» έχει εμφανιστεί μια εναλλακτική προσέγγιση στην πολιτική εξουσιοδότηση.

»Αντί η περιέχουσα τα πάντα βούληση για αναπαραγωγή να εξηγεί όλη τη σεξουαλική συμπεριφορά των ανθρώπων, τώρα υπάρχει το ενδεχόμενο το σεξ να είναι τόσο επιδεκτικό αλλαγής όσο και οι άλλες πολιτιστικές επιλογές .

 »Αν και ζούμε  με τον πόνο των χαμένων βεβαιοτήτων -νοσταλγώντας την ισόβια μονογαμία, την οποία ελάχιστοι θα βιώσουν ποτέ-, εμφανίζονται νέες ευκαιρίες. Η κιναιδολογική θεωρία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνηγορεί υπέρ μιας εκδοχής ευέλικτης σεξουαλικής πολιτείας .

»Η ευελιξία στην εργασία σημαίνει την απώλεια της ασφάλειας, για το ψαλίδισμα των αποδοχών και τη βαθμιαία επιδείνωση των συνθηκών στο χώρο εργασίας, καθώς και για το ολοένα και εντονότερο αίσθημα απόγνωσης ανάμεσα στους συνηθισμένους ανθρώπους που πρέπει να εργαστούν για να ζήσουν. …Ωστόσο σε άλλα πεδία της ζωής η ευελιξία φαίνεται να προαναγγέλλει ένα νέο ξεκίνημα για  αυτοπραγμάτωση, προσφέροντας δυνατότητες για βίους που να μη χαρακτηρίζονται ούτε από την ευταξία ούτε από τη συμβατικότητα.

»…φαίνεται δυνατόν ότι, καθώς ένα σύνολο κοινωνικών ανταμοιβών και απολαύσεων χάνεται χωρίς να το παίρνουμε είδηση, ενδέχεται να υπάρχει περισσότερος χρόνος και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για να αποζημιωθούμε από τομείς της ζωής που ήταν πρωτύτερα αντικείμενο χλευασμού.

»Αν και πολλοί μπορεί να εξακολουθούν να αηδιάζουν με τις σεξουαλικές συνήθειες και τις επιλογές των άλλων, ποιος δεν απαιτεί απόλυτη αυτονομία στη δική του σεξουαλική επιθυμία; Κατά κάποιον τρόπο έχουμε γίνει όλοι ανώμαλοι, με αυτή την απαίτηση για μια μη εργαλειακή σεξουαλική ζωή.

  Η Bhattacharya καταλήγει αισιόδοξα ότι:

»Μολονότι η τεχνολογική ανάπτυξη παραγκωνίζει ορισμένες προγενέστερες μορφές μισθωτής εργασίας, η σχέση με την καθημερινή τεχνολογία αναδημιουργεί επίσης τη σχέση με το σώμα.

»Αν η κατασκευή μιας χωριστής σφαίρας της σεξουαλικότητας χρησίμευσε ως αντιστάθμισμα για την ακαμψία ενός δημόσιου κόσμου οργανωμένου με βάση την επιταγή να εργάζεσαι και να υπακούς, τότε η άρση αυτής της επιταγής επιτρέπει στην ερωτική απόλαυση να εμφιλοχωρήσει σε χώρους ανοίκειους προηγουμένως

 

  Εμβαθύνοντας  στο θέμα του «Εξωτισμού»  η συγγραφέας στο πέμπτο κεφάλαιο εξετάζει τη σεξουαλική αίγλη που απορρέει από την ανισότητα ως προς την εξουσία, επειδή «οι μύθοι της αλλοδαπότητας που διέπουν το εξωτικό προέρχονται από την ιστορία που είδε την Ευρώπη να γίνεται κυρίαρχος του κόσμου».

»Είτε ο εξωτικεύων ασκεί πραγματική εξουσία είτε όχι, το να καθιστάς εξωτικό αντικείμενο σου κάποιον, απαιτεί μια φαντασίωση εξουσίας. Η ερωτοπραξία, ή η φαντασίωση της , παρουσιάζεται εδώ σαν ευκαιρία ώστε οι ισχυροί να καθιστούν την άσκηση της εξουσίας πιο υποφερτή και ελκυστική για τους ίδιους…

»Παρά τις πολλές και διάφορες ρητορείες περί ισότητας, η ετεροφυλοφιλία βιώνεται ως συμβόλαιο συμπληρωματικότητας παρά ως συμβόλαιο ομοιότητας. Η ανισότητα ως προς την εξουσία είναι μέρος του ερωτικού φορτίου - ούτως ώστε οι άνδρες να μπορούν να κυριαρχούν/ενδίδουν, οι γυναίκες να μπορούν να αντιστέκονται/διαπραγματεύονται, πάντοτε μέσα στο παιχνίδι των «ρόλων». Αυτή η κανονιστικότερη από όλες τις σεξουαλικές κουλτούρες σχηματίζεται στη βάση μιας αφήγησης αναγκαίας ανισότητας ως προς την εξουσία.

»Η όλη περίπλοκη δέσμη που μπορούμε να την αποκαλέσουμε «κρίση της (λευκής) αρρενωπότητας» -κλιμακώνεται από τον αντίκτυπο του φεμινισμού μέχρι την αποβιομηχάνιση κ την αποστρατιωτικοποίηση - εκφράζει το φόβο μήπως η απώλεια της εξουσίας σημαίνει ότι ο πρώην ισχυρός θα γίνει το εξωτικό αντικείμενο κάποιου άλλου.

  Το πέμπτο κεφάλαιο κλείνει με το συλλογισμό: «Αν ερμηνεύουμε το λόγο περί παγκόσμιας κρίσης ως ένδειξη ότι τα λευκά δυτικά υποκείμενα αισθάνονται ότι αποσαθρώνεται η βεβαιότητα της προνομιακής θέσης τους, τότε η παγκοσμιοποίηση ίσως να αναδημιουργεί διά της βίας το δυτικό «Εγώ».

  Η Bhattacharya στο έκτο κεφάλαιο καταπιάνεται με το θέμα της σεξουαλικής αγωγής υποστηρίζοντας ότι: »Ούτε οι εκκλήσεις για λογοκρισία ούτε η πίστη στην ελευθερία της έκφρασης προσφέρουν επαρκή ανάλυση του πώς μαθαίνεται η ερωτοπραξία. Πρέπει να τεθεί ως πολιτικό και κοινωνικό πρόταγμα ένα εναλλακτικό πλαίσιο για τη σεξουαλική αγωγή που να συνδυάζει τις αντιτιθέμενες απαιτήσεις για τεχνική επάρκεια και για κοινωνική επίγνωση, συνδέοντας την εγκόσμια εργαλειακή θεώρηση του Μακιαβέλι με την πνευματική αναζήτηση της Κάμα-σούτρα.

  Αναλύοντας τις αντιθέσεις και τις βολές ενάντια στην «αναπαράσταση της ερωτοπραξίας»: η συγγραφέας υπσστηρίζει:

»Αυτή η διαδικασία των ατελεύτητων αγορών «απολαύσεβν» επιβάλλει καθεστώς αποικίας στην ερωτική εμπειρία, οπότε ο πόθος για το τέλειο προϊόν εισβάλλει στις σχέσεις οικειότητας και παραμορφώνει τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους. Με το πορνογράφημα ως πρότυπο ιδανικής επαφής, η ερωτική πράξη της πραγματικής ζωής ενδέχεται να γίνει θλιβερό υποκατάστατο αυτών που επιθυμούμε.

»Όπως όλες οι εμπορευματοποιημένες επανεπεξεργασίες της καθημερινής εμπειρίας, έτσι και η πορνογραφία δημιουργεί εξωπραγματικές προσδοκίες με αποτέλεσμα η αληθινή ζωή να απογοητεύει …

  Αλλά  σεξουαλική αναπαράσταση δε σημαίνει αποκλειστικά πορνογραφία:

    »Το ίδιο το σεξουαλικό βίωμα, παρ' όλες τις θελκτικές σωματικές και αυθόρμητες υπο-σχέσεις του, κατασκευάζεται ως λόγοι, και, κατά συνέπεια, βιώνεται ως λόγοι (Foucault). Δεν υπάρχει τίποτε το φυσικό σε αυτό, ούτε  και στο ότι οι πρακτικές της σεξουαλικότητας είναι τόσο έντονα πειθαρχημένες και κωδικοποιημένες όσο και οι κανόνες της ελισαβετιανής Αυλής.

    »Αν και οι σύγχρονες συγκρούσεις για τις σεξουαλικές αξίες και την ερωτική  διαγωγή και αγωγή έχουν πολλά κοινά με τις θεολογικές έριδες προηγούμενων αιώνων, το ουσιώδες εδώ είναι η υποψία μήπως η σεξουαλικότητα μαθαίνεται και δημιουργείται μέσω της αναπαράστασης.

    »Μολονότι αυτό αμαυρώνει τη ρομαντική εκδοχή του ανατολίτικου ερωτισμού που τόσο εξαίρεται σε πλείστες μεταφράσεις της Κάμα-σούτρα και παρά τα όσα λέγονται για το πνεύμα και την εξάσκηση, η Κάμα-σούτρα προσφέρει μια άκρως εργαλειακή θεώρηση της σεξουαλικότητας. Δεν πρόκειται για την εργαλειακότητα ως προς την αναπαραγωγή -η τεκνοποιία δεν απασχολεί σχεδόν καθόλου τις πολλές παραλλαγές ζευγαρώματος που περιγράφονται και συνιστώνται.

    »Η συμβολή της Κάμα-σούτρα είναι δύο ειδών: αφορά αφενός μεν την άμεση επιθυμία να μεγιστοποιήσεις την ηδονή και των δύο μερών, και έτσι να κάνεις το ταίρι σου δεκτικό στις επιθυμίες σου, αφετέρου δε την ώθηση να χρησιμοποιήσεις τη σεξουαλική δεξιότητα για να επηρεάσεις ευρύτερες κοινωνικές σχέσεις, που εκτείνονται πέρα από την κρεβατοκάμαρα

    »Στην κοσμοεικόνα πουπαρουσιάζεται στην Κάμα-σούτρα η κοινωνία απαιτεί καλούς εραστές. Τα χαρίσματα του καλού εραστή είναι ευεργετικά και σε άλλους τομείς κοινωνικών επαφών. Η εκμάθηση της σεξουαλικής αυτοπεποίθησης και ασφάλειας δεν διακρίνεται από την ικανότητα του να είναι κάποιος γενναιόδωρος και να συμπαραστέκεται στους άλλους σε μη σεξουαλικούς ή σε όχι φανερά σεξουαλικούς στίβους.

  Η Bhattacharya προτείνει ένα πρόγραμμα σεξουαλικής αγωγής στην εκπαίδευση που θα βασίζεται στην Κάμα-σούτρα και στον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι (?!) διότι όπως επιχειρηματολογεί: »Η Κάμα-σούτρα παρουσιάζει τη μύηση στη σεξουαλική πρακτική ως μία μόνο πλευρά της γενικότερης μύησης στην πολιτισμένη ζωή. Ο Ηγεμόνας παρουσιάζει την πολιτική ζωή ως μύηση στην αυτοπαρουσίαση και στη στρατηγική χρήση προσωπικών σχέσεων. Και οι δύο πραγματείες υποθέτουν εκ προοιμίου ότι το πολυσύνθετο αντικείμενο της ανθρώπινης επαφής και της συναισθηματικής αφοσίωσης πρέπει να μελετάται και να διδάσκεται -τίποτε δεν συμβαίνει εκ φύσεως... Στο έργο «Ο Ηγεμόνας» του Μακιαβέλι αν και το πρότυπο πολιτικής τέχνης που προβάλλεται φαίνεται να ευνοεί την επιδίωξη της ατομικής ισχύος και επιρροής, ωστόσο πρόκειται για ιδιαζόντως κοινωνική περιγραφή των δικτύων εξουσίας. Αν μη τι άλλο, το άτομο αποδεικνύεται δεσμώτης της ομάδας - έστω κι όταν το εν λόγω άτομο είναι ο ηγεμόνας, ίσως μάλιστα κυρίως κατεξοχήν τότε. Η εγκόσμια εξουσία καταδεικνύεται ότι υπόκειται σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο το οποίο είναι διαρκώς υπό διαπραγμάτευση.

Στο έβδομο κεφάλαιο η Bhattacharya αναλύει ότι οι ιδέες της σεξουαλικής ευπρέπειας έχουν βασιστεί σε έννοιες χώρου σε ότι αφορά το νόημα τους, οπότε οι μεταβολές στις χωρικές σχέσεις έχουν αντίκτυπο στην αντίληψη περί ευπρέπειας. Επίσης η ερωτοπραξία δημιουργείται μέσα από έννοιες χώρου - σαν ένα ταξίδι ή σαν ένα αλλού, σαν ιδιωτική και δημόσια, σαν περιβάλλον που πρέπει να το μάθουμε.

»Η μεγάλη, εξαχρειωμένη πόλη ασκεί ιδιαίτερη γοητεία. Αν κάπου είναι προσιτά η σεξουαλική ελευθερία και ο πειραματισμός, αυτό το μέρος είναι η πόλη. Πάνω απ' όλα, η πόλη υπόσχεται την ανωνυμία και την ευκαιρία να επανεπινοήσεις τον εαυτό σου πάνω στη βράση -διαλέγοντας ίσως να είσαι διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικές ώρες ή για διαφορετικούς θεατές.

»το κυριότερο είναι ότι η κατανόηση των σεξουαλικών επιμέρους πολιτισμών απαιτεί μια περιγραφή του χώρου και της ευπρέπειας. Πρόσφατα, επανεμφανίστηκαν οι παλαιές διαμάχες σχετικά με το δημόσιο και το ιδιωτικό, με δυναμικότερη και πιο αμφίρροπη μορφή. Αυτή η ανησυχία μπορεί να θεωρηθεί μέριμνα για την ευπρέπεια - αυτή η παλιομοδίτικη σεξουαλική μέριμνα. … Για τις λεσβίες και τους γκέι το ιδιωτικό έχει θεσμοθετηθεί ως το όριο της κοινωνικής
ανοχής, ως ο τόπος όπου σας «επιτρέπεται»

»Η γεωγραφία της  σεξουαλικότητας αποκαλύπτει όχι  έναν χωριστό τόπο αλλά ένα παράλληλο  σύμπαν. Η ευυποληψία και η ασωτία κατοικούν στους ίδιους χώρους της  πόλης.

 »Η ικανότητα να επινοείς τον εαυτό σου ανοίγει επίσης τη δυνατότητα να επανεπινοήσεις τη σχέση σου με τους άλλους, συμπεριλαμβανομένου
του φαντασιωτικού μορφής του «ξένου». Σε αυτή τη φαντασίωση τα πλέον επιθυμητά επακόλουθα του εξαστισμού γίνονται προσθήκες της σεξουαλικής φαντασίωσης.

»Ο εξαστισμός και η εκβιομηχάνιση συνδέονται με την άνοδο των αυτοπροσδιορισμένων ως γκέι κοινοτήτων.

»Στην εποχή μας, η οικονομική αναδιάρθρωση αποστερεί την πατρότητα από πολλές εξουσίες και κατοχυρωμένα δικαιώματα, ενώ η οικογένεια έχει μετατραπεί από παραγωγική μονάδα σε μονάδα κοινωνικής πρόνοιας.

»Στην εποχή των ανακατατάξεων των πάντων, ως προς τη σεξουαλικότητα το αποτέλεσμα είναι ένας πολιτισμός που εκθειάζει τη σεξουαλική ηδονή αυτή καθ' εαυτήν -πλην όμως συνεχίζει να διαφημίζει το ετεροφυλοφιλικό ζευγάρωμα ως ιδιαίτερα ικανοποιητικό στόχο ζωής. … Οι γυναίκες αποκτούν μεγαλύτερη επιρροή με αυτή τη νέα ετεροφυλοφιλία - ως αποτέλεσμα δε, την εγκαταλείπουν και συχνότερα, σε αναζήτηση εμπειριών που να ανταποκρίνονται στις υποσχέσειςτους.

  Στις  τελευταίες γραμμές  του έκτου κεφαλαίου  ή Bhattattacharya αναφέρει:

 »Καθώς ο κόσμος των ενηλίκων γίνεται ολοένα και πιο αφιλόξενος, με ελάχιστα ίχνη της σύντομης υπόσχεσης για πλούσια νιότη, οι νέοι άνδρες είναι ολοένα και περισσότερο απρόθυμοι να εγκαταλείψουν τη θαλπωρή της μητρικής εστίας και οι νέες γυναίκες είναι απρόθυμες να μπουν σε σχέση εξάρτησης ή να παραιτηθούν από την αυτονομία τους. Επιλέγουμε να ζούμε μόνοι για το μεγαλύτερο τμήμα της ζωής μας όσο είμαστε νέοι και όταν είμαστε γέροι, καθώς το μεταβαλλόμενο κάλεσμα της φύσης μάς καθορίζει περισσότερο από τα εξονυχιστικά «μη το ένα και μη το άλλο» των οικογενειακών δικτύων.

»Η τάση για περισσότερους «ιδιωτικοποιημένους» χώρους κάνει τις πόλεις να φαίνονται επικίνδυνες -και η συνακόλουθη απώλεια ενός κοινού δημόσιου στίβου υποσκάπτει τις προηγούμενες στρατηγικές για την υπέρβαση της κοινωνικής κρίσης. Αυτό που διακυβεύεται είναι η ποιότητα της εύπορης ζωής στην εποχή της φθίνουσας νεωτερικότητας. Μας έχουν απομείνει οι «ενδιάμεσοι χώροι» που δεν είναι ούτε εντελώς δημόσιοι ούτε εντελώς ιδιωτικοί -ούτε κοινωνικά εγκεκριμένοι ούτε στναρπαστικά απόκρυφοι.

  Στις  τελευταίες γραμμές  του βιβλίου ως κατακλείδα, διαβάζουμε:

Αν και φαίνεται απίθανο να μπορέσει ο έρωτας να αλλάξει τον κόσμο -τα μικρά όπλα της στοργής δεν πλήττουν την  ανθεκτική ισχύ του καπιταλισμού, του κράτους και άλλων υλικών δυνάμεων-, ωστόσο δεν έχει κριθεί πως ο έρωτας πρέπει να συνταχθεί με τις δομές των ισχυρών.

Υπάρχει κάτι ανθεκτικό στην ικανότητα των ανθρώπων να αγαπούν, κάτι που με την ένταση του αψηφά τα άπληστα όρια του εαυτού μας. Κάτι παρόμοιο με τη λύτρωση της πνευματικότητας, … Τελειώνω εκφράζοντας την ελπίδα ότι αυτή η ικανότητα μπορεί να αποδειχθεί πως είναι η σωτηρία όλων μας. 


(  το βιβλιο παρουσιαστηκε στη ''Σειρά Κοσμοπολίτ του Κοινωνικού Εργαστηρίου, Ιαννουάριος 2010'')

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η Δόξα των σιδηροδρόμων TONY JUDT

 TONY JUDT Η ΔΟΞΑ ΤΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΩΣΤΟΥΛΑ ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗ ΕΠΙΜΕΤΡΟ ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ ΑΘΗΝΑ 2013 ...